suspense$80709$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

suspense$80709$ - translation to ελληνικό

FEELING OF UNCERTAINTY AND ANXIETY ABOUT THE OUTCOME OF CERTAIN ACTIONS
Suspense (narratology); Dramatic tension; Suspense (genre); Paradox of suspense
  • Suspense (1919) - 2

suspense      
n. εκκρεμότητα, εκκρεμότης, αγωνία, αμηχανία
suspense account         
ACCOUNT USED TO CARRY DOUBTFUL ENTRIES PENDING THEIR ANALYSIS AND PERMANENT CLASSIFICATION
προσωρινός λογαριασμός

Ορισμός

suspense
n.
1.
Uncertainty, indetermination, incertitude.
2.
Hesitation, hesitancy, irresolution, doubt, ndecision, vacillation, wavering, scruple, misgiving.
3.
Suspension, intermission, remission, interruption, cessation, stoppage, stop, respite, pause, rest, stay, quiescence, discontinuance.
4.
(Law.) Suspension.

Βικιπαίδεια

Suspense

Suspense is a state of mental uncertainty, anxiety, being undecided, or being doubtful. In a dramatic work, suspense is the anticipation of the outcome of a plot or of the solution to an uncertainty, puzzle, or mystery, particularly as it affects a character for whom one has sympathy. However, suspense is not exclusive to fiction.